ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΥΨΩΣΙΝ 16 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2018
Στο σημερινό Ευαγγελικό ανάγνωσμα, αγαπητοί μου, ακούσαμε τον Κύριο, να μας προτρέπει να σηκώσουμε τον σταυρό μας. Και εννοεί βέβαια την ίδια μας την ύπαρξη, την ίδια μας την ζωή, πάντοτε σε σχέση με αυτά που έχουν να κάνουν με τον Θεό και τον συνάνθρωπο. Ποιός από εμάς μπορεί, αλήθεια, να καυχηθεί ότι όλα στη ζωή του πηγαίνουν τόσο καλά που δεν έχει ανάγκη κανέναν, ακόμη και της αναφοράς του στον Θεό;
Αυτό το «όστις θέλει» που ακούσαμε, αμέσως προσδιορίζει και την ελεύθερη θέληση και βούληση του ανθρώπου. Προτρέπει ο Κύριος να τον ακολουθήσομε ελεύθερα, ενσυνείδητα, για να μπορέσουμε να ενταχθούμε ως μέλη στην Βασιλεία Του. Τι γίνεται, όμως, εάν δεν θέλουμε, αφού μας αφήνει ελεύθερα να κάνουμε την επιλογή μας;
Για να κατανοήσουμε τον λόγο του Κυρίου πρέπει να γνωρίζουμε τη βασική τουλάχιστον διδασκαλία του Ευαγγελίου. Δηλαδή, να αγαπάμε τον Θεό, να αγαπάμε τον συνάνθρωπο, να αγαπάμε τον εαυτό μας, με τρόπο αξιοπρεπή. Έτσι γύρω από αυτήν την αγάπη αρχίζουμε και χτίζουμε αυτό το οποίο είναι ο καθένας. Εάν κάτι στερούμεθα σίγουρα υπάρχει πρόβλημα. Εάν όμως υπάρχει καλή διάθεση, υπάρχει η συνέπεια που τακτοποιεί τα πάντα.
Το Ευαγγέλιο του Χριστού ποτέ δεν θα μπορέσουμε να το κατανοήσουμε με την έννοια της κοσμικής λογικής, εάν δεν γίνει ο λόγος του βίωμα. Και μέσα στο Ευαγγέλιο πουθενά δεν θα δούμε μια ανεφάρμοστη φιλοσοφική διδασκαλία, αλλά λόγους καθημερινών βιωμάτων, που το κάνει εφαρμόσιμο.
Μας μίλησε τόσο απλά ο Θεός, χωρίς να ιδιοθεολογεί, γιατί ποτέ τότε δεν θα μπορούσαμε να Τον κατανοήσουμε. Αυτοαποκαλύπτετε στο μέτρο των δυνατοτήτων που έχει ο καθένας από εμάς να τον κατανοήσει. Και τι ζητά από τον καθένα μας; Να τον ακολουθήσομε για να σώσουμε την ψυχή μας.
Όσο και αν προσπαθήσουμε να αποβάλουμε το κοσμικό φρόνημα, ποτέ δεν θα το καταφέρουμε, αφού είμαστε μέλη αυτού του κόσμου. Μπορούμε όμως να αποβάλουμε τον παλαιό άνθρωπο και να ενδυθούμε τον νέο, τον αναγεννημένο εν Χριστώ άνθρωπο, όπου ο διάβολος δεν θα μπορεί να έχει καμία εξουσία και θα αδυνατεί να βρει τον κέντρο της στόχευσης γιατί ενδιάμεσα θα υπάρχει ο Χριστός.
Με τι μπορούμε να ανταλλάξουμε την αιώνια ζωή; Φυσικά με τίποτε. Όλα τα παρόντα, όσο κι αν μας είναι απαραίτητα, κυρίως τα υλικά και η γνώση, υστερούν μπροστά σ’ αυτά που θα απολαύσουμε και θα γνωρίσουμε κατά την ημέρα που ο Κύριος θα εγκαθιδρύσει την δική του Βασιλεία. Εκεί δεν θα υπάρχει ο κίνδυνος πλέον, να εισέλθει ο διάβολος όπως μέσα στον Παράδεισο για να ενσπείρει λογισμούς αμφιβολίας για τον Θεό. Γιατί την ανθρώπινη απειρία των πρωτοπλάστων την ζούμε μέχρι και σήμερα, αλλά έρχεται να προστεθεί η εμπειρία που θα μας κάνει αναπολόγητους εάν και πάλι χάσουμε την Βασιλεία του Θεού.
Ας μείνουμε, αγαπητοί μου, ως πιστά μέλη της Εκκλησίας, μέλη του Σώματος του Χριστού. Ας ομολογούμε με τα έργα και τα λόγια μας, τις δωρεές του Θεού. Ας κάνουμε τον Θεό, να μην μας αποστραφεί και πει πάλι «μετεμελήθην ὅτι ἐποίησα αὐτούς» (Γεν. στ΄, 5 & 7).
Η ζωή μας μπροστά στην αιωνιότητα διαρκεί τόσο λίγο, που αξίζει να την ζούμε με αξιοπρέπεια και σεβασμό. Και όσοι παραμένουμε πιστή και σταθεροί σε όσα μας επιτάσσει το Ιερό Ευαγγέλιο, τότε δεχόμαστε τη δωρεά και τη χάρη του Παναγίου Πνεύματος, που είθε όλοι να αξιωθούμε αυτής της τιμής. Αμήν.