ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΕΛΑΣΣΩΝΟΣ
ΚΥΡΙΑΚΗ Η΄ ΛΟΥΚΑ 12/11/2017
Αγαπητοί μου αδελφοί, μετά το θάνατο του Σολομώντα έγινε βασιλιάς ο γιος του Ροβοάμ. Οι πρεσβύτεροι του λαού, του ζήτησαν να μειώσει την φορολογία που είχε επιβάλει ο πατέρας του για να κτίσει το Ναό και το παλάτι, αφού τα έργα είχαν ολοκληρωθεί. Εκείνος τους είπε, να το σκεφτεί για τρεις μέρες. Συμβουλεύθηκε την παρέα του και τους απάντησε, όχι μόνο δεν θα μείωνε τους φόρους, αλλά θα τους αύξανε. Τότε οι δέκα φυλές επαναστάτησαν και ανακήρυξαν τον δούλο Ιεροβοάμ για βασιλιά τους, με πρωτεύουσα την Σαμάρεια. Ίδρυσαν ναό στο όρος Γαριζίν και ανάμιξαν την λατρεία του Θεού με τα είδωλα. Γι’ αυτό ήταν μισητοί και αντιπαθείς στους Ιουδαίους.
Ο Κύριος για να μην έχουν καμιά δικαιολογία επικαλούμενοι το ρητό, ουδείς προφήτης δεκτός εν τη πατρίδι αυτού, μεγάλωσε και ανατράφηκε μακριά τους στην Ναζαρέτ. Γι’ αυτό τον ονόμαζαν Σαμαρείτη και δαιμονισμένο. Ο Κύριος αρνούνταν κατηγορηματικά την ύβρη ότι είναι δαιμονισμένος και τους έλεγε, ότι με την δύναμη του Αγίου Πνεύματος εκβάλει τα δαιμόνια και θεραπεύει όλες τις ασθένειες. Για να τον υποτιμήσουν έλεγαν ότι είναι Σαμαρείτης, ο πιο βέρος Ιουδαίος. Γεννήθηκε στην Βηθλεέμ της Ιουδαίας, ο γενεαλογικός του κατάλογος υπάρχει μέχρι σήμερα και φαίνεται από αυτόν ότι ήταν ο Βασιλιάς των Ιουδαίων. Παρόλα αυτά απαντώντας σε αυτό τον χλευασμό, τους είπε την σημερινή παραβολή του καλού Σαμαρείτη.
Ο άνθρωπος που κατέβαινε από την Ιερουσαλήμ στην Ιεριχώ, εκπροσωπεί ολόκληρο το ανθρώπινο γένος. Το οποίο μετά την πτώση των πρωτοπλάστων πορευόταν από την ζωή της αγιότητας και της μακαριότητας του Παραδείσου, στη βίωση των παθών και της αμαρτίας, στις υλικές απολαύσεις και ηδονές, πέφτοντας έτσι στην ενέδρα και στην παγίδα των πονηρών πνευμάτων, που παρουσιάζονται ως ληστές. Οι οποίοι από φθόνο απογύμνωσαν τον άνθρωπο από τη θεοΰφαντη στολή της αφθαρσίας και της απλότητας, του στέρησαν τα θεϊκά αγαθά και τις θείες δωρεές, του προξένησαν κόπους, θλίψεις, βάσανα, πόνους, δοκιμασίες, πληγές, αρρώστιες ανίατες, του αφαίρεσαν κάθε τιμή και δόξα, χάρη και χαρά, ομορφιά και δύναμη, τον τυράννησαν, τον ξευτέλισαν, τον περιέπαιξαν και τον άφησαν ετοιμοθάνατο. Στην κατάσταση αυτή ο άνθρωπος θεωρούνταν ακάθαρτος και εστία μολυσμού, γι’ αυτό ο Ιερέας και ο Λευίτης τον άφησαν αβοήθητο και τον προσπέρασαν. Δεικνύοντας ότι ο Νόμος και οι Προφήτες πρόσφεραν περιορισμένη και προσωρινή βοήθεια και παρηγοριά στον άνθρωπο, δεν μπορούσαν όμως να τον βοηθήσουν ουσιαστικά, γιατί ακόμα περίμεναν την έλευση του Σωτήρα και Λυτρωτή. Ο Λυτρωτής προερχόμενος εκ της Μαρίας και όχι εκ Σαμαρείας είδε τον άνθρωπο σ’ αυτή την κατάσταση, τον λυπήθηκε, τον σπλαχνίστηκε, τον πλησίασε, του έδεσε τα τραύματα βάζοντας λάδι και κρασί. Τον ανέλαβε, ίδρυσε την Εκκλησία για την ολοκληρωτική θεραπεία του. Πριν την Ανάληψή Του, έδωσε εντολές στους μαθητές και Αποστόλους να επιμελούνται τους ανθρώπους με το κήρυγμα και τα θεία μυστήρια, έχοντας την υπόσχεση ότι θα τους ανταμείψει για τον κόπο τους κατά την Δευτέρα Παρουσία.
Ο Κύριος απαντώντας στο ερώτημα του Νομικού, μας λέει ότι για να κληρονομήσουμε την αιώνια ζωή, οφείλουμε να αγαπάμε τον Θεό πρώτα και πάνω από όλους και όλα. Με όλη την καρδιά μας, με όλη την ψυχή μας, με όλη τη δύναμή μας και με ολόκληρη τη διάνοιά μας. Έπειτα να αγαπάμε και τον κάθε άνθρωπο, όπως ακριβώς αγαπάμε τον εαυτό μας. Αλλάζοντας το ερώτημα του Νομικού, ποιος είναι ο πλησίον, το έκανε ποιος έγινε πλησίον, σ’ αυτόν που έπεσε στους ληστές. Και προέτρεψε τον Νομικό και όλους μας, να παραδειγματιστούμε από την πράξη του Κυρίου, κάνοντας κι εμείς στη ζωή μας το ίδιο. Αμήν.